Κυριακή 31 Ιουλίου 2011

Άχ, καλοκαίρι!


Σήμερα ήταν η πρώτη μέρα των διακοπών, τελείωσα χτες την δουλειά και τα μαθήματα της ειδικής σχετικότητας και το πανηγύρισα δεόντως με ύπνο, 3 πλυντήρια, ύπνο, σκούπισμα, ξεσκόνισμα, μαγείρεμμα (!!!) ύπνο, και μελέτη στα χιλιάδες περιοδικά σπιτιού για το πως θα κάνω το καινούργιο μου μπάνιο και την καινούργια μου κουζίνα, α, και στα ενδιάμεσα ύπνο. Έφτιαξα κιόλας μία ωραία στοίβα με όλα τα βιβλία που θα πάρω μαζί μου στις διακοπές από Δευτέρα, για να διαβάζω στο κάμπινγκ όταν δεν θα κοιμάμαι. Την Δευτέρα δεν θα πάω στην δουλειά, αλλά θα πληρωθώ για αυτό! Γιούπι! Αυτό είναι ο ορισμός της επιτυχίας του υπαλλήλου ναούμ’.

Δεν μπορούσα κιόλας να περπατήσω καλά, γιατί προχτές έκανα 40 λεπτά στέπ μετά από πολύ καιρό και έχει πιαστεί η αριστερή μου γάμπα ΜΟΝΟ, πρέπει να έκανα κάτι πολύ λάθος, και περπατάω σαν τον Σαρκοζί στην σύνοδο κορυφής, δηλαδή σαν συγκαμμένη. Ξεκινάω πχ να πάω από τον καναπέ στο ψυγείο να πιω νερό κάνω ένα βήμα με το δεξί κανονικά, αλλά μετά η αριστερή μου γάμπα ζορίζεται από το βάρος μου και λυγίζει, με αποτέλεσμα να γέρνω από τα αριστερά, και μετά από τα δεξιά πάω κανονικά – ώπα κουστουμιά ο σακάτης – και είμαι να με κλαίνε οι ρέγγες. (I am to by crying by the herrings)

Α, το κάμπινγκ! Το δώρο των νομάδων στην ανθρωπότητα. Όταν ήμουν μικρή πηγαίναμε με τους γονείς μου ελεύθερο κάμπνιγκ παρακαλώ. Προχώ έτσι; Ναι, το ίδιο πιστεύω και εγώ! Είχαμε περάσει από παραλίες, αλλά και ραχούλες, δεν  θα ξεχάσω ποτέ ένα καλοκαίρι στο Καρπενήσσι με την τροχοσκηνή. Να παίρνεις το ρολό χαρτί σου και να ξαμολιέσαι στο δάσος! Και όποιος ερασιτέχνης αναρωτιέται τι είναι η τροχοσκηνή, ιδού τα ντοκουμέντα.

Τροχοσκηνή Γαλλικής προέλευσης - κατασκευής 1983
Απ’ έξω εμφάνιση, από μέσα άνεση. Αυτό το κουκλί διαθέτει δύο διαφορετικούς χώρους ύπνου με στρώμα, έκαστος διθέσιος, χώρο για κουζίνα που χωρίζεται από το υπόλοιπο καθιστικό με ένα μοδέρνο λουλουδάτο παραβάν, και υπέροχες λουλουδάτες κουρτίνες, ότι πρέπει για να τινάξει τα μυαλά του στον αέρα ένας υπέρμαχος του μινιμαλισμού. Πέρυσι το καλοκαίρι την ανασύραμε από το υπόγειο των γονιών μου και αφού πληρώσαμε ένα καλό κουστουμάκι για τον κοτσαδόρο και την μεταβίβαση των πινακίδων ξεκινήσαμε για κάμπινγκ στο εξωτικό Παλούκι Ηλείας. Δύο εβδομάδες πρίν ξεκινήσουμε είχαμε επιχειρήσει να κλείσουμε θέσεις στο κάμπινγκ για 5 άτομα, αλλά ούτε μας επιβεβαιώνανε, ούτε μας απορρίπτανε. Όταν με τα χίλια ζόρια φτάσαμε εκεί, να σας θυμήσω την απεργία των βυτιοφόρων, και ενώ το κάμπινγκ ήταν πρακτικά άδειο, η κυρία που το είχε, στάνταρ ξαδερφή της Μέρκελ, μας κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω και εμάς και την τροχοσκηνή, και είπε ότι πεγιμένει από την Γεγμανία σαγάντα τγοχόσπιτα και ζεν μπογεί να μας βάλει στις άδειες θέσεις μπγοστά στη θάλασσα, αλλά έχει κάτι ωγεότατες θέσεις πιο πίσω γκια να μην πεγπατάμε πολύ γκια την τουαλέττα και εμείς ελλείψη βενζίνης, που να τρέχουμε τώρα να βρίσκουμε αλλού, δεχτήκαμε! 


Η Φράου Μέρκελ έκανε γύρους με το ποδήλατό της κάθε πρωί και κάθε απόγευμα για να σιγουρευτεί ότι όλα έβαιναν καλώς στο camp συγκέντρωσης. Κάθε, μα κάθε φορά που πήγαινα στις τουαλέτες έβλεπα την καθαρίστρια να τις γλύφει και πήγαινα συχνά γιατί τα βλήτα που πήρα βρασμένα από το σπίτι σε ταπεράκι την δεύτερη μέρα στο ψυγειάκι του πάγου ξινίσανε ελαφρώς και εγώ έκανα πως δεν το κατάλαβα, ΜΕΓΑ ΛΑΘΟΣ, και σε συνδυασμό με τον φραπέ και τα σταφύλλια με είχανε ταράξει στα δρομολόγια. Οι μέρες κυλήσανε με ξάπλωμα στην αιώρα κοιτάζοντας τα φύλλα να κουνιούνται, διάβασμα στην παραλία, τάβλι, επιτραπέζια και βουτιές. Σε ένα από τα βιβλία που διάβασα στην παραλία, την ηρωίδα την λέγανε Νάντια! Ναι, επιτέλους ένα βιβλίο για μία Νάντια. Πρίν προλάβω ωστόσο να χαρώ, διαπίστωσα ότι η Νάντια ήταν εκτός από περιβαλλοντολόγος ΚΑΙ Ρωσίδα πουτάνα. Όχι ρε γαμώτο! Πάει το ίμαντζ! Και πού να δείς πόσο ξενέρωσα όταν αυτήν και τον ήρωα τους κυνηγούσαν στην λίμνη Βαϊκάλη και τελικά την πιάσανε και της φυτέψανε μία σφαίρα στο κεφάλι. Ο ήρωας την γλίτωσε. Το έριξα στις βουτιές για να ξεχάσω το πόνο μου.  

Και ναι, επιτέλους έφτασε και πάλι αυτός ο καιρός. Φέτος βέβαια, η παρέα ομόφωνα απέριψε το Παλούκι-λούκ στην άγρια στύση και ψήφισε Βόρεια Εύβοια. Στην Βόρεια Εύβοια λοιπόν μας περιμένουν νέες περιπέτειες...
(συνεχίζεται....)  

Διαβάζοντας στην παραλία
Επιχείρηση Κιότο - Jose Rodrigues Dos Santos - Εκδόσεις Λιβάνη

Τετάρτη 27 Ιουλίου 2011

Νυστάζω, πήζω και ζορίζομαι


Σήμερα το πρωί ξύπνησα και γέλαγα με τα χάλια μου. Είδα στον ύπνο μου ότι κοιμόμουνα! Είμαι κουρασμένη, είμαι πολύυυυυυ κουρασμένη. Είμαι απελπιστικά κουρασμένη. Δεν την παλεύω άλλο σας λέω! Θέλω να κοιμηθώ μία εβδομάδα μπρούμυτα, μία εβδομάδα ανάσκελα και μία στο πλάι για να στρώσω. Θέλω να πάω σε μία παραλία και να αράξω κάτω από ένα δεντράκι και να φυσάει απαλό αεράκι και να κοιμηθώ. Θέλω να πιώ έναν τριπλό εσπρέσσο και μετά γλυκά γλυκά να κλείσω τα ματάκια μου και να ονειρευτώ. Θέλω να ξαπλώσω σε μία αιώρα και να κοιτάζω τα φύλλα που κουνιούνται και να τρίζει ελαφρώς το σκοινί στο δέντρο και να με νανουρίζει. Θέλω να ανάψω κεράκια στην βεράντα και ο αέρας να ανεμίζει τις κουρτίνες και να ακούω τα τριζόνια και να κοιμηθώ. Την έχετε την εικόνα; Μου αρέσει να κοιμάμαι, τί να κάνω. Προτιμώ να κοιμηθώ από το να φάω! Από δω να καταλάβεις πόσο μου αρέσει να κοιμάμαι.    

                   Αντιχασμουρικά χάπια έχετε;

Λοιπόν δεν ξέρω πως, αλλά πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος να φαίνονται οι μαύροι την νύχτα. Δεν είναι ρατσιστικό, δεν φαίνονται! Χτές το βράδυ καθώς γύριζα σπίτι μετά τα μεσάνυχτα, με τα φώτα νυσταγμένα και βαριά, περνώντας από ένα στενάκι, βλέπω μπροστά μου μία σκιά να διασχίζει τρέχοντας τον δρόμο. Ήταν ένας μαύρος (να ‘ναι καλά ο άνθρωπος) που φορούσε σκούρα ρούχα και ο δρόμος δεν είχε φώς. Στο τσάκ δεν τον έφαγα μπαμπέσικα!  Έκανα στην άκρη λίγο παρακάτω και σταμάτησα γιατί τρέμανε τα πόδια μου και δεν μπορούσα να πατήσω το γκάζι. Όταν κατέβηκα από το Παλαμίδι τα 900 σκαλιά, μετά ΔΕΝ τρέμανε τόσο πολύ τα πόδια μου! Και μετά φανταζόμουνα τον οργανισμό μου την στιγμή που εκρίνονταν και βούπ με κατέκλυζαν όλες οι ορμόνες της εγρήγορσης, αδρεναλίνη, πανωμουταχωκανείνη και τρεμοποδαρίνη. Συνήθως βέβαια δεν οδηγώ. Καλά κάνεις θα μου πείς, αφού είσαι σκοτώστρα. Όχι δεν είμαι, αυτός δεν φαινότανε πόσες φορές θα το πούμε; Γενικά όμως προτιμώ  να πηγαίνω στις δουλειές μου είτε περπατώντας, είτε με τα μέσα μαζικής μεταφοράς για να αφήνω μικρό ενεργειακό αποτύπωμα και να μην επιβαρύνω τον πλανήτη, όμως με την πολλή ζέστη προτίμησα την κατανάλωση ενέργειας από την θερμοπληξία, άσε που ήθελα να πάω για κανένα μπανάκι μετά τη δουλειά, την μέρα που δεν έχω Ειδική Σχετικότητα, για να κοιμηθώ στην παραλία!  Έκανα και άλλη γκάφα αυτή την εβδομάδα, υποψιάζομαι ότι ήταν μεγάλη, αλλά δεν θυμάμαι τώρα.
Πού θα πάει όμως, δεν θα καταφέρω να μείνω όρθια άλλες δύο μερούλες; Έχω δυνατή κράση, θα το αντέξω! Δύο μόνο μείνανε οι άτιμες.



Αφιερωμένο στην Βάσια που επίσης διαβάζει και πήζει και ζορίζεται.  


Τετάρτη 20 Ιουλίου 2011

Ζέστη και ατονία

Ζέστη και υγρασία, καλώς ήλθατε στην Kuala Lumpur, παρακαλώ πάρτε την ορχιδέα σας! Η επαναστατική μου διάθεση έχει πάει περίπατο, η διάθεσή μου είναι στα τάρταρα, όπως και η πίεσή μου. Η ζέστη λέει ρίχνει την πίεση και για αυτό αισθάνομαι ατονία. Ή μήπως τον αιματοκρίτη,  ή μήπως το ζάχαρο; Η ζέστη φταίει οπωσδήποτε και όχι το ότι δουλεύω σαν το σκυλί και διαβάζω σαν το σπασικλάκι. Φέτος είμαι τόσο κουρασμένη όσο και το καλοκαίρι μετά τις πανελλήνιες. Το κατάλαβα γιατί όταν μιλάω δυσκολεύομαι να βρώ λέξεις που συμβολίζουν έννοιες πχ συνάφεια. Το καλοκαίρι μετά τις πανελλήνιες δεν μπορούσα να σταυρώσω λέξη. Οι φίλοι μου δεν έχουν ξεχάσει τις ατάκες μου και φροντίζουν να μην τις ξεχάσω ούτε εγώ. Ήθελα να πω καρυδιά και είπα φρυγανιά. Ήθελα να πω μηχανάκι και είπα παγάκι, ήθελα να πω «πάω να πλύνω τα χέρια μου» και είπα «πάω να πλύνω τα αυτιά μου» και αντί να πω «φέρε μου τις παντόφλες», είπα «φέρε μου τις τσογλάνες» (δεν ξέρω πως μου ήρθε!)

Το κερασάκι του φετινού καλοκαιριού είναι η Ειδική Θεωρία της Σχετικότητας. Επειδή δεν μου πήγαινε η καρδιά να κάθομαι και να μην κάνω τίποτα, πέρα από την δουλειά μου, αποφάσισα να κάνω φιλοσοφικό καλοκαιρινό course γιατί όπως και να το κάνεις η Ειδική Θεωρία της Σχετικότητας, εκτός από την ατελείωτη απόλαυση των μαθηματικών, δίνει και λαβές για άπειρες φιλοσοφικές συζητήσεις. Σχέσεις αιτίας – αιτιατού, και ερωτήματα του τύπου: αν ένας παρατηρητή έχει παρατηρήσει ένα γεγονός, ενώ ένας άλλος όχι, τότε αυτό σημαίνει ότι το γεγονός δεν έχει συμβεί για τον δεύτερο παρατηρητή; Το γεγονός έχει και δεν έχει συμβεί ταυτόχρονα και για ποιόν παρατηρητή; Και τέτοιες ωραίες καλοκαιρινές σπαζοκεφαλιές. Μ’ αγαπά, δεν μ’ αγαπά, να ζεί κανείς ή να μη ζεί usw. Πού είχα μείνει, α, ναι, στην μελαγχολική μου διάθεση. I am very very, πώς το λέτε εσείς εδώ, γιατί δεν θυμάμαι πως το λέμε εμείς εκεί, very holoskasmenos!

Πρόσφατα άκουσα ότι ο Λέο Μπουσκάλια, πρέσβυς της αισιοδοξίας και καθηγητής του μαθήματος «Αγάπη» στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια (και ύστερα σου λένε ότι τα ξένα πανεπιστήμια είναι δυσκολότερα από τα ελληνικά. Αγγούρια είναι!) τεθνηκώς από το 1998, πέθανε από αυτοκτονία! Η πληροφορία ελέγχεται, αλλά εγώ ένα σόκ το πήρα. Την άνοιξη του 1993 αγόρασα το βιβλίο του «Να ζείς, να αγαπάς και να μαθαίνεις», τίγκα στην αισιοδοξία, και το έκανα σχεδόν ευαγγέλιο. Ο Μπουσκάλια έλεγε ότι μια ζωή την έχουμε και πρέπει να την ζήσουμε και να λέμε στους ανθρώπους πόσο σημαντικοί είναι για εμάς, και να μυρίζουμε το χώμα στην βροχή και να παίζουμε με τα πεσμένα φύλλα το φθινόπωρο και να χαιρόμαστε με τις εμπειρίες μας και κυρίως να ανοιγόμαστε στους ανθρώπους, να τους ακουμπάμε σε κάθε ευκαιρία και να τους λέμε τί αισθανόμαστε και να τρώμε πολύ σκόρδο! Εγώ λοιπόν, ούσα φύση αισιόδοξη το έβαλα σε εφαρμογή, καλό ή κακό δεν ξέρω, ειδικά στο θέμα «σου λέω ανοιχτά τί αισθάνομαι». Περιττό να σας πω πόσες φορές έσπασα τα μούτρα μου! Ρε μπας και δεν πρέπει να τρώω τόσο σκόρδο; Και τώρα μαθαίνω ότι αυτός ο άνθρωπος του οποίου οι ιδέες και η αισιοδοξία με σημάδεψαν, τελικά αυτοκτόνησε; Μα τίποτα δεν έχει μείνει όρθιο σε αυτόν τον κόσμο;
Βάζω τις τσογλάνες μου, πλένω τα αυτιά μου και πάω για ύπνο!




 Black - Wonderful Life

Τετάρτη 13 Ιουλίου 2011

Τα λόγια και τα χρόνια τα χαμένα

Προχτές μου θύμισε μία καλή μου φίλη αυτό το τραγούδι που παίζει στο μυαλό μου από εκείνη την ώρα και δεν έχει σταματήσει ίσαμε τώρα, κάνοντας το κεφάλι μου να αντιβουίζει γκλάν-γκλάν-γκλάν. Ήταν ένα τραγούδι που ακούγαμε στο σπίτι, όταν ήμουν μικρή. Θα μου πείς: Αυτά ακούγατε στο σπίτι όταν ήσουν μικρή; Ναι, μιλάμε για πολύυυυ κουλτούρα. Και για να το ελαφρύνουμε βάζαμε το θαλασσινό τριφύλλι.
Λοιπόν τί μου θυμίζει αυτό το τραγούδι... Για το συγκεκριμένο τραγούδι δεν είχαμε κάνει ποτέ ανάλυση (Πώς μας ξέφυγε; Με μαμά δασκάλα αναλύαμε και συζητούσαμε κείμενα που διαβάζαμε, τραγούδια που ακούγαμε, σκέψεις που είχαμε, ...φιλοσοφική σχολή ολόκληρη) και έτσι δεν ξέρω ούτε για ποιό λόγο γράφτηκε, ούτε τί σημαίνει. Όποιος γνωρίζει όμως, μπορεί να με διαφωτίσει για το τί στο καλό είχε στον νού του ο ποιητής όταν το έγραφε. Ξέρω μονάχα τί σημαίνει για εμένα και τί καταλάβαινα εγώ. Καταρχάς το άκουγα και μου σηκωνότανε η τρίχα με αυτό το γκλάν γκλάν γκλάν και την μεταλλική φωνή του Γαργανουράκη. Όχι ότι καταλάβαινα/καταλαβαίνω τί ακριβώς λέει, περισσότερο μία αίσθηση ανατριχίλας είναι παρά συνειδητοποίηση. Μιλάμε χεζόμουνα απάνω μου με αυτό το τραγούδι "δεν ήτανε ρολόι σταματημένο σε ρημαγμένο και άδειο σπιτικό" φρίκουλο! παρακάτω λέει "μαύρα πουλιά του δείχνουνε τον δρόμο" έκλανα μαλλί από λύκο! Είχα διαβάσει και Διονύσιο Σολωμό, που ήταν μέσα στην μαυρίλα και την απαισιοδοξία (η κουλτούρα που λέγαμε) και τις νύχτες ήθελα να κοιμάμαι στο δωμάτιο του αδερφού μου.

Άσε που τα καλοκαιριάτικα βράδυα που μαζευόμασταν όλη η μαρίδα στον πλάτανο ή κάτω από καμία κληματαριά, λέγαμε ιστορίες για τα φαντάσματα που μένουνε στα άδεια σπίτια του χωριού (εδώ κολλάει το ρημαγμένο και άδειο σπιτικό) και μετά πηγαίναμε στο νεκροταφείο του χωριού νυχτιάτικα για να δείξουμε ότι δεν φοβόμασταν, μόνο που κάποιο σπάσιμο κλαδιού, ή κάποιο τρομαγμένο νυχτοπούλι (τα μαύρα πουλιά που λέγαμε;) ήταν ικανά να μας κάνει να τρέχουμε σαν να μας έχουν βάλει νέφτι στον κώλο! Και μας έβλεπαν οι μεγάλοι που πίνανε ούζα και μπίρες στην πλατεία να καταφτάνουμε κάθιδροι, ξεφυσώντας σαν τα παλιομούλαρα, με τα βρακιά μας λερωμένα και τις γάμπες μας κατουρημένες και γελάγανε. Ωραία χρόνια! Κάποιοι ανυποψίαστοι από εκείνους που τότε γελάγανε, σήμερα είναι ένα μάτσο κόκκαλα στο ίδιο νεκροταφείο...

«Και οι ξαφνικές χαρές που ‘ρθαν σε μένα ήταν σε δάσος μαύρο κεραυνός, κι οι λογισμοί που μπόρεσα για σένα». Είναι ρε παιδί μου να μην σου σηκώνεται η τρίχα; Άσε που είχα καταλάβει και λάθος, νόμιζα ότι έλεγε «η μοίρα κι ο καιρός το ‘χαν ορίσει στον κόσμο αυτό να ρίξω ΒΕΛΟΝΙΑ». Βλέπεις η γιαγιά μου ήταν μοδίστρα και όποτε μας ξηλώνωνταν τα στριφώματα ή σκίζαμε καμία μπλούζα, συνήθως πιανόντουσαν στα σύρματα από τις μάντρες, μας έλεγε: «Βγάλτο να του ρίξω δύο βελονιές». Και την γιαγιά μου την είχαν στείλει κορίτσι οι δικοί της να μάθει μοδίστρα για βιοπορισμό, ΑΡΑ η μοίρα και ο καιρός το’χαν ορίσει! Ορίστε! Δεν μπορείς να πείς τουλάχιστον έχω εξηγήσεις για όλες τις παρανοήσεις μου.

Πέρα από τα αστεία, αυτό το τραγούδι για εμένα συμβολίζει τον χρόνο. Τον χρόνο που ποτέ δεν είναι όσος νομίζουμε, ή όσος θέλουμε. Τα λόγια και τα χρόνια που τα αφήνουμε να πάνε χαμένα! Όταν το σπίτι αδειάζει και το ρολόι σταματάει. Για τους ανθρώπους που έχουν πεθάνει, ο χρόνος χάνει το νόημά του, δεν υπάρχει πια! Δεν μπορείς να πεις στους νεκρούς ότι τους αγαπάς, ότι σου λείπουν, μόνο ο καημός σου χτυπάει την πόρτα.

Το βασανιστήριο της απώλειας είναι η μνήμη.




Δεν ήταν ρολόι σταματημένο σε ρημαγμένο και άδειο σπιτικό
Υπάρχει στο χωριό μου ένα παλιό, πέτρινο, εγκαταλελειμμένο σπίτι με ένα μεγάλο δέντρο απ' έξω. Περνάω αναγκαστικά από μπροστά πριν φτάσω στους γονείς μου. Το θυμάμαι στις καλές του μέρες, όταν έμενε εκεί ένας μπάρμπας μου, που έχει πεθάνει πολλά χρόνια πια. 

Τώρα στο ξύλινο παράθυρο έχουν απομείνει να κρέμονται μισά κουρτινάκια, λιωμένα από τον ήλιο, τρυπημένα από τα έντομα.. 

Κάθε φορά ακούω αυτό το γκλάν-γκλάν-γκλάν!


Στίχοι: Μάνος Ελευθερίου
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
Πρώτη εκτέλεση: Χαράλαμπος Γαργανουράκης

Τα λόγια και τα χρόνια τα χαμένα
και τους καημούς που σκέπασε καπνός
η ξενιτιά τα βρήκε αδελφωμένα
Κι οι ξαφνικές χαρές που ήρθαν για μένα
ήταν σε δάσος μαύρο κεραυνός
κι οι λογισμοί που μπόρεσα για σένα

Και σου μιλώ σ' αυλές και σε μπαλκόνια
και σε χαμένους κήπους του Θεού
κι όλο θαρρώ πως έρχονται τ' αηδόνια
με τα χαμένα λόγια και τα χρόνια
εκεί που πρώτα ήσουνα παντού
και τώρα μες στο κρύο και στα χιόνια

Η μοίρα κι ο καιρός το 'χαν ορίσει
στον κόσμο αυτό να ρίξω πετονιά
κι η νύχτα χίλια χρόνια να γυρίσει
Στο τέλος της γιορτής να τραγουδήσει
αυτός που δεν εγνώρισε γενιά
και του καημού την πόρτα να χτυπήσει
και του καημού την πόρτα να χτυπήσει
και του καημού την πόρτα να χτυπήσει

Δεν ήτανε ρολόι σταματημένο
σε ρημαγμένο κι άδειο σπιτικό
οι δρόμοι που με πήραν και προσμένω
Τα λόγια που δεν ξέρω σου τα δένω
με τους ανθρώπους που 'δαν το κακό
και το 'χουν στ' όνομά τους κεντημένο

Αυτός που σπέρνει δάκρυα και πόνο
θερίζει την αυγή ωκεανό
μαύρα πουλιά τού δείχνουνε το δρόμο
Κι έχει τη ζωγραφιά κοντά στον ώμο,
σημάδι μυστικό και ριζικό
πως ξέφυγε απ' τον
ʼδη κι απ' τον κόσμο

Η μοίρα κι ο καιρός..



Κυριακή 10 Ιουλίου 2011

Το μυστήριον ελύθη, αλλά το πρόβλημα παρεμένει τελικώς άλυτο.

Τρελαίνομαι που όλα σε αυτή την χώρα δουλεύουν ρολόι. Καλοκουρδισμένο, Ελβετικό.  Όλα γίνονται με την σειρά τους, με προσοχή και αποδοτικότητα. Μπαίνοντας στο νοσοκομείο την Πέμπτη το πρωί, είδα ένα συνεργείο της ΔΕΗ (Δεν Έχουμε Ηλεκτρικό) να σκάβει μία λακούβα, για εργασίες υπέθεσα, και δεν έδωσα περισσότερη σημασία, εξάλλου είχε πήξιμο η Μεσογείων και για να περάσω πεζή από απέναντι κινδύνεψε η σωματική μου ακεραιότητα, την λακούβα θα κοιτάμε τώρα;
Στο γραφείο χαμός κακό, τηλέφωνα, οργασμός (λέμε τώρα) πήξιμο, τρέξιμο, τα κέφια μου είχαν ανέβει άμα τη επιδράση της περασμένης Κβαντομηχανικής 2. (Εδώ ΕΠΙΒΑΛΕΤΑΙ να ανοίξω παρένθεση. Δεν ξέρω αν είδατε ειδήσεις την Τρίτη 5/7, αυτή που κατέβαινε την Μεσογείων γυμνή, ουρλιάζοντας ΗΜΟΥΝ ΕΓΩ! Πέρασα Κβαντομηχανική 2 με την πρώτη, χε χε, How geek am I? Ο κόπος, οι θυσίες, τα ξενύχτια και το παρολίγον nervous breakdown δεν πήγαν χαμένα! Kλείνει η παρένθεση). Πού είχαμε μείνει; Α, ναι, στον οργασμό. Και ξαφνικά ηρεμία. Ξέρω τί σκέφτεστε: Γιατί να με παραξενεύει αυτό το σύνηθες φαινόμενο της ηρεμίας άμα τω οργασμώ. (την έχω ξεκάνει την δοτική). Ωραία αποσύρω τον όρο «οργασμός» σε ότι αφορά την δουλειά. Ευχαριστημένοι; Εκεί λοιπόν που τρέχαμε, χτυπιόμασταν, σηκώναμε τα τηλέφωνα πέντε – πέντε, ξαφνικά ηρεμήσαμε. ΤΕΛΕΙΩΣ. Ε, μετά από 5 λεπτά ηρεμίας, μας μπήκαν ψύλλοι στα αυτιά που δεν χτυπάγανε τα τηλέφωνα, προσπαθούσαμε και εμείς να πάρουμε και μας συνέδεαν με Κάϊρο (Φουντούνια σαλάμ, Φουντούνια μαλέκωμ, φουντούνια κουλουβάχατα), δεν είχαμε internet, και πήρα το κέντρο. Θα το ψάξω μανδάμ! Μου λέει ο τεχνικός. Έρχεται μετά από λίγο και μου μπριφάρει στο αυτί:
-Λόγω έργων της ΔΕΗΔΟΣ, κομμέναι αι γραμμαί του ΟΤΕ (Ούτε Τηλέφωνο Έχουμε).
-Σε όλο το νοσοκομείο; Φρικάρω εγώ.
-Όχι, μόνο πέντε γραμμές κόψανε. (Είναι να σε θέλει)
-Πότε θα γίνουν; Ρωτάω και πεταρίζω τις βλεφαρίδες μου αθώα.
-Σήμερα, σήμερα γιατί αλλιώς θα χαλάσουν και οι άλλες.
    
Τον πίστεψα η αθώα κορασίδα, καλά εγώ πιστεύω ό,τι μου λένε και πρέπει να το κόψω αυτό το κουσούρι, και περίμενα να επιστρέψει η γραμμή ενώ ξέρω ότι στα συνεργεία η masturbation goes cloud. Πέμπτη μεσημέρι, δεν ήρθε, Παρασκευή πρωί, δεν ήρθε, αλλά με διαβεβαιώσανε ότι είναι στον δρόμο, έχει μποτιλιάρισμα και όπου να ‘ναι έρχεται, να μην φάμε, να την περιμένουμε. Αυτή την στιγμή που μιλάμε δοκίμασα να καλέσω το γραφείο μου και ενημερώθηκα ότι η τηλεφωνική σύνδεση που κάλεσα δεν λειτουργεί προσωρινά (προσωρινά???) για τεχνικούς λόγους. Αυτό σημαίνει δύο πράγματα. α) Ότι κατά πάσα πιθανότητα Ούτε αύριο θα Έχουμε Τηλέφωνο και β) Αύριο είναι η μέρα να μάθω βελονάκι γιατί χωρίς internet και τηλέφωνο δεν γίνεται στο γραφείο απολύτως καμία δουλειά, με εξαίρεση την απόψυξη στο ψυγείο που τώρα που το λέτε νά τι θα κάνω αύριο και θα αφήσω το βελονάκι για την ημέρα που θα κάνω εθελοντική λοβοτομή. Και το μέγα φιλοσοφικό ερώτημα, εκτός του πώς μαγειρεύεται εν τέλει το ραγού, είναι πώς είναι δυνατόν επί 4 ημέρες να μην έχουν συνδέσει πέντε κωλογραμμές, οι οποίες σημειωτέον είναι εντός Δημοσίου Νοσοκομείου; Ρητορικό το ερώτημα.       



Άγαμοι Θύται - Η λακούβα

Δευτέρα 4 Ιουλίου 2011

Δεν έχω τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα, είμαι Έλληνας!


Δεν γράφω τόσο καιρό γιατί αφενός τα είχα παίξει με την εξεταστική, αφετέρου γιατί δεν έχω να πώ τίποτα σημαντικό, μόνο ανούσιες φλυαρίες. (Λογοδιάρροιες όπως μου είχε πεί κάποιος και ακόμα δεν μπορώ να το χωνέψω!) Σε αυτή την χώρα μου έχουν στερηθεί και καταστρατηγηθεί όλα τα θεμελιώδη δικαιώματά. Γιατί να μιλήσω; Ποιά η αξία της γνώμης μου;  Όποιο και αν είναι το περιεχόμενο της οποιαδήποτε πρότασης, οιασδήποτε φωνής, μεγάλης ή μικρής, απλά δεν θα γίνει τίποτα. ΊΣΩΣ, αν είμαι τυχερή, να μου ανοίξει κάποιος αστυνομικός το κεφάλι, για να έχω να λέω στα παιδιά μου ότι πολέμησα για τις ιδέες μου, αλλά δεν κατάφερα τίποτα. Όχι λοιπόν, δεν έχω καμία όρεξη να γράψω ένθερμες επαναστατικές αναρτήσεις, γιατί δεν έχω απολύτως καμία ελπίδα. Την στιγμή της ψήφισης του μεσοπροθέσμου ένιωθα ένα μαύρο χέρι γύρω από την καρδιά μου, που δεν με έχει αφήσει μέχρι σήμερα. (Ώρες, ώρες μου έρχεται να ξεράσω με τους δικούς μου συναισθηματισμούς, αλλά αφού έτσι αισθάνομαι τί να κάνω; Βαρέθηκα να αγνοώ αυτά που αισθάνομαι). Από σήμερα αποτάσσομαι τον αυτοπροσδιορισμό του Αγανακτισμένου και υιοθετώ αυτόν του Απελπισμένου. Δεν μου έχει απομείνει πια τίποτα, δεν έχω να χάσω τίποτα. Είμαι φυλακισμένη, είμαι σκλάβος.

Ο κινέζος θεωρητικός του πολέμου Sun Tzu γράφει στο κεφάλαιο «Ελιγμοί» του βιβλίου «Η Τέχνη του Πολέμου» τα εξής: «Όταν περικυκλώνεις έναν εχθρό, άφησε του μία διέξοδο ανοικτή. Αυτό δεν σημαίνει ότι επιτρέπεις στον εχθρό να διαφύγει. Ο λόγος είναι ότι πρέπει να τον κάνεις να πιστέψει ότι υπάρχει για αυτόν ένας ασφαλής δρόμος διαφυγής, ώστε όταν τον πολεμήσεις να μην αντισταθεί με όσο θάρρος μπορεί να του δώσει η απελπισία...».

Αυτό που ζούμε είναι πόλεμος, και είμαι σίγουρη ότι το έχει καταλάβει ο καθένας. Εδώ είμαστε λοιπόν, Ανελευθερίας και Απελπισίας γωνία. Που σε τελική ανάλυση μπορεί να είναι και το μοναδικό σφάλμα στην στρατηγική της κυβέρνησης και του ΔΝΤ για την καταστολή του επαναστατικού φρονήματος που έχει εκδηλωθεί τόσο μαζικά ανάμεσά μας. Μας έχουν φέρει στο σημείο που θεωρούμε ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος, παρά μέσα από την φωτιά. Το μοναδικό όπλο των απελπισμένων είναι η συνειδητοποίηση ότι δεν υπάρχει λύση.  Εαν ξέρουν πως δεν υπάρχει άλλη λύση, θα αγωνιστούν μέχρι θανάτου. Οι στερημένοι απο κάθε ελπίδα, δεν φοβούνται τίποτα. Σε τέτοιες καταστάσεις οι άνθρωποι είναι ικανοί να αποσπάσουν, μέσα απο μια ήττα, τη ΝΙΚΗ.

The persistence of memory - Salvador Dali - 1931

Υ.Γ. Ο ως άνω πίνακας μπορεί να τιτλοφορείται διαφορετικά από τον ζωγράφο, αλλά για μένα σήμαινε πάντα ένα και μόνο πράγμα. "Απελπισία"