Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2014

Καντ, γαμώ το a priori μου

Με έχει πιάσει μια τρελή μανία απόψε. Θέλω να φάω κάστανα! Απεγνωσμένα! Και φυσικά δεν έχω στο σπίτι. Και το περίεργο δεν είναι ότι με έπιασε λαχτάρα μόνο για κάστανα, αλλά για ψητά κάστανα. Αυτό το λες και λίγο αντιδραστικό, γιατί εγώ δεν τρώω ψητά, μόνο ωμά κάστανα. Έτσι ρε παιδί μου, μου αρέσουν τα χλωρά κάστανα. Το Σεπτέμβριο που ήμουν στο Μόναχο για δουλειά, έχει πολλές καστανιές, εκεί που περπατούσες αμέριμνος σου πέφταν στο κεφάλι. Τα κάστανα, όχι οι καστανιές. Και είχα μαζέψει κάμποσα. Είμασταν και σε πρόγραμμα να τρώμε μια φορά τη μέρα, το βράδυ, για να προλάβουμε να δούμε όσο το δυνατόν περισσότερα από την πόλη μετά τη δουλειά, και μετά το συνέδριο κόβαμε βόλτες σε ένα πάρκο, και εγώ μάζευα τα κάστανα και επειδή με είχε θερίσει η πείνα σκέφτηκα ότι ήταν καλή ιδέα να φάω ένα ωραίο-ωραίο και λαχταριστό. Αμ δε! Ήταν άγουρο, στυφό και θεόπικρο. Το έφτυσα φυσικά, αλλά μούδιασε το στόμα μου. Δεν ξέρω, ατροπίνη είχε μέσα; Έβηχα και έφτυνα. Ακόμα μπορώ να θυμηθώ πόσο μούδιασε το στόμα μου. Βρε τσίχλες, βρε νερό, τίποτα. Ευτυχώς βρήκαμε εκεί ένα κότσι και καρτόφελνς και κάτι βαρέλια μπύρας και γλίτωσα! Τα μαζεμένα κάστανα βέβαια τα κουβάλησα πίσω σπίτι και τα ακούμπησα δήθεν αδιάφορα σε ένα τραπέζι, ότι και καλά τώρα μόλις τα μάζεψα και, αχ-τι-καλά, τα ακούμπησα πρόχειρα στο τραπεζάκι. Μόνο που επειδή ήταν πολύ χλωρά και πολύ άγουρα, σιγά σιγά άρχισαν να αφυδατώνονται και να ζαρώνουν και λίγο πριν τα πετάξω είχαν γίνει σαν τα μπαλάκια του γέρου-νέγρου-Τζίμ. 



Διαβάζω Καντ αυτές τις μέρες, μέρος της βιβλιογραφίας για την εργασία μου για τον χρόνο, ΘΕ-ΟΥ-ΛΗ-ΜΟΥ! (αν και η σωστή έκφραση θα ήταν Μ@Λ@ΚΑ τί είναι αυτό;;;) και φυσικά το έχω κάψει, μόνο που κοίτα να δεις τί συμβαίνει: αυτό το κομμάτι της προσωπικότητάς μου που ΔΕΝ καταλαβαίνει τον Καντ μου αρέσει κιόλας. Κάτσε να σας εξηγήσω:



"Από την έρευνα για τα a priori στοιχεία της αισθητικότητας θα προκύψει ότι υπάρχουν δύο καθαρές μορφές κατ' αίσθηση εποπτείας που χρησιμεύουν ως αρχές της a priori γνώσεως, δηλαδή ο χώρος και ο χρόνος». Έτσι, λοιπόν, ο Kant με την Υπερβατολογική Αισθητική δείχνει ότι οι μόνες a priori συνθήκες για τη δυνατότητα εμπειρικών εποπτειών είναι ο χώρος και ο χρόνος ως καθαρές μορφές της εποπτείας. Συγκεκριμένα ο χώρος είναι η καθαρή μορφή της εξωτερικής αίσθησης και ο χρόνος είναι η καθαρή μορφή της εσωτερικής αίσθησης. Κάθε είδος πολλαπλού της εποπτείας υπάγεται στους μορφολογικούς όρους του χώρου και του χρόνου. Έτσι, ο Kant, με την ανακάλυψη της a priori εποπτείας, φθάνει στη λύση του πρώτου προβλήματος που είχε θέσει στην αρχή της Κριτικής του Καθαρού Λόγου, δηλαδή του πώς είναι δυνατά τα καθαρά μαθηματικά. «Τα καθαρά Μαθηματικά ως συνθετική γνώση a priori είναι δυνατά μόνο εφ' όσον αναφέρονται σε αντικείμενα των αισθήσεων· στην εμπειρική εποπτεία αυτών των αντικειμένων υπάρχει a priori ως θεμέλιο μια καθαρή εποπτεία (του χώρου και του χρόνου)· και μπορεί να υπάρχει ένα τέτοιο θεμέλιο γιατί αυτό δεν είναι τίποτα άλλο παρά απλώς η μορφή της αισθητήριας ικανότητας, μορφή που προηγείται της πραγματικής εμφάνισης των αντικειμένων, και μάλιστα την πρωτοκαθιστά δυνατή ... Αυτή η ικανότητα να εποπτεύουμε a priori, δεν αφορά το υλικό του φαινομένου, δηλαδή οτιδήποτε μέσα του είναι αίσθημα [δηλαδή το εμπειρικό στοιχείο] .... παρά μόνο τη μορφή του, το χώρο και το χρόνο». 

Don't κωλώνουμε! Να το ξαναδιαβάσω, μπας και γίνουν ελληνικά. Δούλεψε καλό μου μυαλό!



Ώπερ μεθερμηνευόμενον έστι: Όλες μας οι εμπειρίες διεξάγονται στα πλαίσια του χώρου και του χρόνου και είναι υποκειμενικές. 

Ουάου, δεν ξανάγινε!

Τώρα το πότε έγινε κακό το υποκειμενικό δεν ξέρω, ήμουν μικρή, δεν θυμάμαι. 

Εμένα πάντως μου αρέσουν οι υποκειμενικές μου εμπειρίες, τα συναισθήματά μου, οι πόνοι μου, οι χαρές μου, ο κόσμος μου, η Αλήθεια μου. Που είναι τόσο διαφορετικά από τα δικά σου, και αυτό δεν είναι ανάγκη να ενοχλεί κανέναν. Είναι μοναδικά γιατί είναι τα δικά μου και εφαρμόζονται μόνο για μένα. Σε εσένα εφαρμόζουν τα μοναδικά δικά σου. Μπορούμε να ακουμπήσουμε τις πραγματικότητές μας, αλλά δεν χρειάζεται να ταυτιστεί κανένας με αυτή του αλλουνού. Βλέπω τριγύρω μου τόσο δυστυχισμένους ανθρώπους, να αγωνίζονται να μπουν στα στερεότυπα της αντικειμενικής αλήθειας κάποιων αόρατων τρίτων. Τρώμε τόση ενέργεια να προσπαθούμε να γίνουμε κάποιοι άλλοι, και στο τέλος χάνουμε τον εαυτό μας. Ούτε καντ στο τέλος. Στην αρχή τον χάνουμε. Και τριγυρίζουμε γύρω γύρω ψάχνοντας να βρούμε τί φταίει. Δεν μας αφήνουν να βιώσουμε τη χαρά μας, τον θυμό μας, δεν μπορούμε να ζήσουμε τον έρωτά μας, αν δεν περιγράφεται από σαφείς συνοριακές συνθήκες. Δεν μπορείς να εξωτερικεύσεις τη θλίψη σου, δεν πρέπει... Μα αφού έφαγα ένα στυφό, πικρό κάστανο. Δεν μου φτάνει που μούδιασε το στόμα μου και πνίγομαι. Θα πρέπει να κάτσω και φρόνιμη; Για να πάρω αποδοχή από ποιόν; 

Φτού κακά!



Αφού καλύψαμε τον αγνωστικισμό, στο επόμενο επεισόδιο έχει θεωρία της σχετικότητας...